Ενδοδαπέδια θέρμανση
Η ενδοδαπέδια θέρμανση μετατρέπει το δάπεδο σε θερμαντικό σώμα. Σε ολόκληρη την επιφάνεια του δαπέδου εγκλωβίζονται ειδικοί σωλήνες στους οποίους διοχετεύεται ζεστό νερό, με σκοπό να επιτύχουμε τη θέρμανση ενός χώρου. Σε ένα υδραυλικό ενδοδαπέδιο σύστημα υπάρχουν πολλές επιλογές ως προς την πηγή που θα παράγει το νερό τροφοδοσίας του, όπως είναι οι λέβητες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), οι αντλίες θερμότητας, η γεωθερμία, η ηλιακή ενέργεια κτλ.
Στην ενδοδαπέδια θέρμανση είπαμε ότι το δάπεδο λειτουργεί ως θερμαντικό σώμα. Οι σωλήνες κατανέμουν τη θερμότητα εκεί που χρειάζεται και αποδίδουν με ελάχιστη αδράνεια και με χαμηλότερη θερμοκρασία του νερού προσαγωγής. Εξάλλου, εξαιτίας της ειδικής συστάσεως του θερμομπετόν (που είναι απαλλαγμένο από φυσαλίδες αέρα), όλη η θερμότητα ακτινοβολείται στον εσωτερικό χώρο. Ακόμα, η πυκνή διάστρωση των σωλήνων κοντά στους εξωτερικούς τοίχους αναχαιτίζει το ψύχος, ενώ η αραιότερη διάστρωσή τους στο εσωτερικό των δωματίων επιτρέπει την χαμηλότερη μετάδοση θερμικών φορτίων. Χάρη στις μικρές θερμοκρασίες δαπέδου, περίπου 26οC με 28οC, δεν παρατηρούνται καθόλου μετακινήσεις αερίων μαζών με ότι αυτό συνεπάγεται.
Οικονομία
Ένα σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης, σε μία καλά μονωμένη κατοικία, μπορεί να αποδίδει άριστα με ζεστό νερό θερμοκρασίας περίπου 30οC. Ωστόσο, ακόμα και σε παλαιές κατοικίες, η θερμοκρασία λειτουργίας ενός συστήματος ενδοδαπέδιας δύσκολα θα ξεπεράσει τους 45οC.
Η ενδοδαπέδια θέρμανση είναι κατά 35% οικονομικότερη στη λειτουργία από μια συμβατική θέρμανση. Κάτι τέτοιο εξηγείται από το ότι η θερμοκρασία του νερού προσαγωγής στους σωλήνες φτάνει τους 45oC, ενώ στο καλοριφέρ τους 80οC. Είναι γνωστό ότι, όσο χαμηλότερη θερμοκρασία έχει το νερό τροφοδοσίας ενός συστήματος θέρμανσης, τόσο πιο αποδοτικά δουλεύουν οι λέβητες, οι αντλίες θερμότητας και οι ηλιακοί συλλέκτες. Αν δε αναλογιστεί κανείς ότι για κάθε 1οC μείωσης της θερμοκρασίας προσαγωγής, έχουμε οικονομία καυσίμου 3%, τότε γίνεται αντιληπτό το όφελος να διατηρούμε τη θερμοκρασία νερού λειτουργίας όσο το δυνατόν χαμηλότερα. Επίσης, παρατηρούνται λιγότερες απώλειες στις σωληνώσεις και στους χώρους της οροφής, των τοίχων και του αερισμού, καθώς δε χρειάζεται να θερμανθεί ο αέρας.
Κόστος κατασκευής
Όσον αφορά το κόστος της κατασκευής ενός συστήματος ενδοδαπέδιας θέρμανσης είναι κατά κανόνα μεγαλύτερο από το κόστος για την κατασκευή ενός συστήματος με παραδοσιακά θερμαντικά σώματα. Στο κόστος κατασκευής της πρώτης, ωστόσο, περιλαμβάνεται η διάστρωση θερμομπετόν καθώς και μόνωσης, κάτι που παραλείπεται στο κόστος του καλοριφέρ. Η διαφορά αυτή καλύπτεται πολύ γρήγορα, αφενός εξαιτίας του χαμηλότερου κόστους λειτουργίας του ενδοδαπεδίου συστήματος και αφετέρου από τα μειωμένα έξοδα συντήρησης που προκαλούνται από τη θέρμανση με καλοριφέρ όπως λόγου χάρη διαρροές σωμάτων και σωλήνων, βάψιμο σωμάτων και τοίχων κ.α.
Χώροι εφαρμογής
Η ενδοδαπέδια θέρμανση εκτός από οικιακούς χώρους μπορεί να εφαρμοστεί για τη θέρμανση επαγγελματικών χώρων: γυμναστηρίων, εκθέσεων, σταδίων, εργοστασίων κ.α. Σε εκτεταμένους και μεγάλου εσωτερικού ύψους χώρους η ενδοδαπέδια αποδεικνύεται εξαιρετικά αποδοτική και οικονομική στη λειτουργία, αφού δε συσσωρεύει θερμότητα στην οροφή, αλλά την κατανέμει ομοιόμορφα στο χώρο από κάτω προς τα πάνω. Η δε απόδοση της ενδοδαπέδιας θέρμανσης δεν εμποδίζεται ούτε από τα βαριά οχήματα, ούτε από τα τεράστια αποθηκευτικά ράφια. Εξάλλου, η ακινησία του αέρα και συνεπώς της σκόνης είναι από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που προσφέρει η εγκατάσταση ενδοδαπέδιας σε εργαστήρια ηλεκτρονικών, τροφίμων, εκθέσεων αυτοκινήτων κλπ. Εκτός από τους εκτεταμένους και μεγάλους επαγγελματικούς χώρους, η ενδοδαπέδια μπορεί να εγκατασταθεί ακόμα σε πισίνες στο εσωτερικό κτιρίων, σε ράμπες, σε θερμοκήπια, σε εκκλησίες κλπ.
Επιλογή του τελικού δαπέδου
Δεν υπάρχουν περιορισμοί ως προς την επιλογή του τελικού δαπέδου. Η ενδοδαπέδια μπορεί να συνδυαστεί με οποιοδήποτε υλικό: πλακάκι, μάρμαρο, ξύλο (κολλητό ή καρφωτό), πλαστικό δάπεδο, πατητή τσιμεντοκονία κλπ. Ωστόσο, πρέπει να έχει εκ των προτέρων αποφασιστεί τι τελικό δάπεδο θα στρωθεί σε κάθε χώρο, ώστε να προσαρμόσουμε τη μελέτη σε συνδυασμό με τη θερμική αγωγιμότητα κάθε υλικού. Τα χαλιά μειώνουν την ακτινοβολία θερμότητας της ενδοδαπέδιας, γι’ αυτό καλό είναι να γνωρίζουμε σε ποιους χώρους θα στρωθούν χαλιά ή μοκέτες, ώστε εκεί η διάστρωση των σωλήνων να είναι πυκνότερη.
Υγιεινή
Μελέτες που έχουν γίνει από Διεθνείς Οργανισμούς Υγείας έχουν αποδείξει ότι ο ανθρώπινος οργανισμός δέχεται με ευχαρίστηση θερμοκρασία δαπέδου από 20οC έως και 33οC και ενοχλείται όταν αυτή η θερμοκρασία είναι κάτω από 17οC ή πάνω από 36οC. Σε μια καλά ρυθμισμένη εγκατάσταση ενδοδαπέδιας θέρμανσης η μέση θερμοκρασία του νερού στους σωλήνες είναι 40οC , ενώ η θερμοκρασία των δαπέδων κυμαίνεται μεταξύ 25οC και 28οC. Αν δε αναλογιστεί κανείς ότι η θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος είναι 36,6οC, τότε είναι μάλλον απίθανο να καταλάβουμε ότι καίνε τα δάπεδα. Από την άλλη πλευρά, τα πλεονεκτήματα της ενδοδαπέδιας σε ότι αφορά την υγιεινή είναι πολλά: λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών του νερού προσαγωγής ο αέρας δε ζεσταίνεται πέραν των 25οC και έτσι δε χάνει την υγρασία του, με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα να μη γίνεται αποπνικτική. Στην ενδοδαπέδια θέρμανση το δάπεδο ακτινοβολεί τη θερμότητα, συνεπώς δεν μεταφέρονται μικρόβια και δεν παρατηρούνται ρεύματα αέρα. Επομένως, είναι ιδανική για άτομα με αλλεργίες, αναπνευστικά προβλήματα κ.α.
Βλάβες και Επισκευή
Οι πιθανότητες να προκληθεί κάποια βλάβη είναι ελάχιστες, καθώς οι σωλήνες είναι κατασκευασμένοι από ειδικό πλαστικό, ώστε να μη σπάνε στις καμπυλώσεις από τις συστοδιαστολές και να μη διαβρώνονται ούτε εσωτερικά ούτε εξωτερικά. Ωστόσο, στην απίθανη περίπτωση που τρυπήσει ένας σωλήνας, υπάρχει ο κατάλληλος εξοπλισμός που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε και να επισκευάσουμε τη ζημιά στο σημείο ακριβώς που εκδηλώνεται. Επομένως, δεν χρειάζεται να ξηλωθεί όλο το δάπεδο, παρά μόνο μια επιφάνεια μικρότερη από ένα τετραγωνικό μέτρο.
Συντήρηση
Έχει παρατηρηθεί πως όλα τα συστήματα θέρμανσης που βασίζονται στην κυκλοφορία ζεστού νερού εμφανίζουν μείωση της απόδοσής τους με την πάροδο του χρόνου και συνεπώς αυξημένη ενεργειακή κατανάλωση.
Αυτό συμβαίνει γιατί κατά τη λειτουργία μίας εγκατάστασης θέρμανσης εισχωρεί αέρας στα κυκλώματα του νερού (είναι γνώριμος σε όλους μας ο θόρυβος που προκαλεί). Το οξυγόνο του αέρα προκαλεί οξείδωση (σκουριά) στα μεταλλικά μέρη που συναντά (λέβητας, κυκλοφορητής και σωληνώσεις). Το νερό που κυκλοφορεί ξεπλένει τις σκουριές της οξείδωσης και τις μεταφέρει στο δίκτυο. Κάτω από κατάλληλες συνθήκες αυτές κατακάθονται στις σωληνώσεις με τη μορφή λάσπης ή κρούστας.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα θερμοκρασιακές διαφορές ανάμεσα σε χώρους της κατοικίας, δηλαδή ορισμένα δωμάτια να είναι πιο «κρύα» σε σχέση με άλλα, κάτι που δε συνέβαινε κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της εγκατάστασης θέρμανσης. Αυτές οι διαφορές μπορεί να παρατηρούνται ακόμα και στο δάπεδο του ίδιου δωματίου. Επίσης, με την πάροδο του χρόνου, η απόκριση του συστήματος θέρμανσης γίνεται όλο και πιο αργή, ενώ τις πολύ κρύες μέρες δεν επαρκεί η θέρμανση. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση πετρελαίου ολοένα και αυξάνεται.
Για την αντιμετώπιση των ανωτέρω προβλημάτων κρίνεται απαραίτητος ο καθαρισμός των σωληνώσεων της ενδοδαπέδιας θέρμανσης μετά από το τέλος της περιόδου θέρμανσης, δηλαδή όταν η λάσπη θα βρίσκεται ακόμα σε κίνηση και θα είναι μαλακή.